Αρχή / NEWSLETTER / Υποκατάσταση της βιταμίνης D και η επίπτωση του ΣΔ2

Υποκατάσταση της βιταμίνης D και η επίπτωση του ΣΔ2

Μελέτες παρατήρησης υποστηρίζουν τη σχέση μεταξύ χαμηλού επιπέδου 25-υδροξυκοβαλαμίνης D και του κινδύνου για εμφάνιση ΣΔ2. Παρόλα αυτά παραμένει άγνωστο το αν ο κίνδυνος μειώνεται με την υποκατάσταση βιταμίνης D.

Στη μελέτη εισάχθηκαν τυχαία ενήλικες που πληρούσαν τουλάχιστον δύο από τα τρία κριτήρια προδιαβήτη (γλυκόζη νηστείας μεταξύ 100-125mg/dl, γλυκόζη πλάσματος 2 ώρες μετά τη χορήγηση 75g γλυκόζης μεταξύ 140-199mg/dl, ΗbA1c:5,7-6,4%) οι οποίοι έλαβαν 4000IU βιταμίνης D ημερησίως ή  placebo ανεξαρτήτως από το επίπεδο της 25 υδροξυκοβαλαμίνης. To πρωτογενές καταληκτικό σημείο ήταν η πρωτοεμφάνιση διαβήτη.

Ένας συνολικός αριθμός 2.423 συμμετεχόντων τυχαιοποιήθηκαν σε 1.211 που έλαβαν υποκατατάσταση της βιταμίνης D και 1.212 στην ομάδα  placebo.Στο μήνα 24, η μέση τιμή του επιπέδου 25-υδροξυβιταμίνης D  ήταν 54,3ng/mm (συγκριτικά με 27,7 στο baseline) για την ομάδα της βιταμίνης D συγκριτικά με 28,8ng/ml στην ομάδα placebo(συγκριτικά με 28,2 στο baseline). Mετά από 2,5 χρόνια παρακολούθησης το πρωτογενές σημείο της εμφάνισης ΣΔ2 ήταν 293 στην ομάδα της βιταμίνης D και 323 στην ομάδα placebo. O σχετικός κίνδυνος για την ομάδα της βιταμίνης D σε σχέση με την placebo ήταν 0,88 (0,95% ΔΕ 0,75-1,04, p=0,12). H επίπτωση των επιμέρους σημείων δε διέφερε με στατιστική σημαντικότητα μεταξύ των δύο ομάδων.

Μεταξύ των ατόμων υψηλού κινδύνου για εμφάνιση ΣΔ2 και χωρίς ανεπάρκεια βιταμίνης D, η υποκατάσταση  με 4000IU ημερησίως δεν οδήγησε σε στατιστικά σημαντική μείωση εμφάνισης ΣΔ σε σχέση με την ομάδα placebo.

NEJM, 07/06/2019  doi: 10.1056/NEJMoa1900906

 

Top