Αρχή / NEWSLETTER / Η ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΒΙΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΝΤΕΡΟΥ ΩΣ ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΓΙΑ ΕΠΕΛΕΥΣΗ ΣΔ2 ΣΕ ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΠΟ 5.572 ΦΙΝΛΑΝΔΟΥΣ ΕΝΗΛΙΚΕΣ.

Η ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΒΙΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΝΤΕΡΟΥ ΩΣ ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΓΙΑ ΕΠΕΛΕΥΣΗ ΣΔ2 ΣΕ ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΠΟ 5.572 ΦΙΝΛΑΝΔΟΥΣ ΕΝΗΛΙΚΕΣ.

Diabetes Care 2022;45:811–818 | https://doi.org/10.2337/dc21-2358

 

ΣΚΟΠΟΣ

Να εξεταστεί η προηγουμένως άγνωστη μακροπρόθεσμη συσχέτιση μεταξύ της σύνθεσης του μικροβιώματος του εντέρου κα της επέλευσης περιστατικών ΣΔ2 σε μια αντιπροσωπευτική συγχρονική μελέτη πληθυσμού.

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ

Συλλέγηκαν δείγματα κοπράνων από 5.572 Φινλανδούς (μέση ηλικία 48,7 έτη, 54,1% γυναίκες) το 2002, οι οποίοι παρακολουθήθηκαν για περιστατικό διαβήτη τύπου 2 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017. Η αλληλουχία των δειγμάτων έγινε με χρήση μεθόδου  μεταγονιδιωματικής shotgun, που είναι η μη στοχευμένη («shotgun») αλληλουχία όλων των («μετα-») μικροβιακών γονιδιωμάτων που υπάρχουν σε ένα δείγμα.(Η αλληλουχία shotgun μπορεί να χρησιμοποιηθεί για το προφίλ της ταξινομικής σύνθεσης και του λειτουργικού δυναμικού των μικροβιακών κοινοτήτων και για την ανάκτηση ολόκληρων αλληλουχιών του γονιδιώματος).

Εξετάσθηκαν οι συσχετίσεις μεταξύ της σύνθεσης του μικροβιώματος του εντέρου και των νεων περιστατικων διαβήτη χρησιμοποιώντας πολυμεταβλητά προσαρμοσμένα μοντέλα παλινδρόμησης Cox. Χρησιμοποιήθηκε αρχικά  υποπληθυσμός της ανατολικής Φινλανδίας για να ληφθούν τα αρχικά ευρήματα και να επικυρωθούν κατόπιν στον υποπληθυσμό της δυτικής Φινλανδίας.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Συνολικά, 432 περιπτώσεις περιστατικού διαβήτη εμφανίστηκαν κατά τη διάμεση παρακολούθηση των 15,8 ετών. Στα μοντέλα επικύρωσης εντοπίσαμε τέσσερα είδη και δύο ομάδες που συσχετίζονται σταθερά με νέα περιστατικά ΣΔ2. Αυτά τα τέσσερα είδη ήταν το Clostridium citroniae (αναλογία κινδύνου [HR] 1,21· 95% CI 1,04–1,42), C. bolteae (HR 1,20; 95% CI 1,04–1,39), Tyzzerella nexilis (HR 1,17% CI, 30,65%). και Ruminococcus gnavus (HR 1,17; 95% CI 1,01–1,36). Οι θετικά συσχετισμένες συστάδες, η ομάδα 1 (HR 1,18; 95% CI 1,02–1,38) και η ομάδα 5 (HR 1,18, 95% CI 1,02–1,36), αποτελούνταν κυρίως από αυτά τα ίδια είδη.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Παρατηρήθηκαν ισχυρά ταξινομικά χαρακτηριστικά σε επίπεδο πρόγνωσης νέων περιστατικών ΣΔ2 κατά τη μακροχρόνια παρακολούθηση. Αυτά τα ευρήματα βασίζονται και επεκτείνουν προηγούμενα κυρίως συγχρονικά στοιχεία και υποστηρίζουν περαιτέρω συνδέσμους μεταξύ διατροφικών συνηθειών, μεταβολικών ασθενειών και ΣΔ2 που ρυθμίζονται από το μικροβίωμα του εντέρου.

Ως εκ τούτου, τα αποτελέσματά μας θα πρέπει να επικυρωθούν περαιτέρω με μελέτες σε κατάλληλες μελετες  για την διαχείριση της γενίκευσής τους.

Παρόμοιες προοπτικές μελέτες με μεγάλους χρόνους παρακολούθησης >5 ετών μπορούν να αποτελέσουν ένα ισχυρό εργαλείο για την ανίχνευση πρώιμων σημάτων ασθενειών με γνωστές συνδέσεις με τη σύνθεση του μικροβιώματος του εντέρου.

Τέλος, σημειώνουμε ότι πρόσθετα πειράματα σε μοντέλα ανθρώπων και ζώων θα μπορούσαν πιθανότατα να αποδείξουν τα απαιτούμενα μηχανιστικά και αιτιολογικά στοιχεία για τη σύνδεση συγκεκριμένων μικροβιακών ειδών και στελεχών με την παθογένεια του διαβήτη τύπου 2.

Επομένως, η τρέχουσα μελέτη χρησιμεύει ως σκαλοπάτι προς τον στόχο της βελτιωμένης πρόβλεψης και της ανάπτυξης αποτελεσματικών θεραπειών για τον ΣΔ2 μέσω τροποποίησης του μικροβιώματος του εντέρου. Το μικροβίωμα του εντέρου επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη βελτίωση της πρόβλεψης ασθενειών και την αποκάλυψη νέων θεραπευτικών στόχων για τον διαβήτη.

Εικόνα 3—Καμπύλες Kaplan-Meier για χαρακτηριστικά με σημαντικά μεγέθη επιδράσεων και στα δύο σύνολα δεδομένων, εμφανίζοντας χρόνους επιβίωσης χωρίς διαβήτη των συμμετεχόντων στη δυτική Φινλανδία. Οι καμπύλες διαχωρίζονται με εύρη μεταξύ τεταρτημορίων σχετικής αφθονίας κάθε χαρακτηριστικού. Η κατανομή των συμμετεχόντων με τα ίδια εύρη σχετικής αφθονίας περιλαμβάνεται ως ένθετο για καθένα από τα χαρακτηριστικά.

Top