Από πειραματικά και κλινικά δεδομένα αναδεικνύεται ότι η μείωση της φλεγμονώδους διαδικασίας χωρίς επίδραση στα επίπεδα των λιπιδίων μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου. Παρόλα αυτά η φλεγμονώδης θεωρία της αθηροθρόμβωσης παραμένει αναπόδεικτη.
Για το λόγο αυτό πραγματοποιήθηκε μία τυχαιοποιημένη διπλή τυφλή μελέτη με την κανακινουμάμπη, ένα θεραπευτικό μονοκλωνικό αντίσωμα έναντι της ιντερλευκίνης-1β, στην οποία συμπεριελήφθησαν 10.061 ασθενείς με προηγούμενο έμφραγμα μυοκαρδίου και με επίπεδα της υψηλής ευαισθησίας C-αντιδρώσας πρωτεΐνης >2mg/Lt. Στην μελέτη συγκρίθηκε η αποτελεσματικότητα 3 δοσολογιών της κανακινουμάμπης (50 mg, 150 mg, και 300 mg, χορηγούμενες υποδορίως κάθε τρεις μήνες)σε σχέση με την χορήγηση placebo. Το πρωτογενές καταληκτικό σημείο ήταν το μη θανατηφόρο έμφραγμα μυοκαρδίου, το μη θανατηφόρο αγγειακό εγκεφαλικό ή ο καρδιαγγειακός θάνατος.
Στους 48 μήνες, ο μέσος όρος μείωσης της υψηλής ευαισθησίας C-αντιδρώσας πρωτεΐνης ήταν κατά 26 ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερος στην ομάδα που έλαβε 50 mg κανακινουμάμπης, κατά 37 ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερος στην ομάδα των 150 mg, και κατά 41 ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερος στην ομάδα των 300mg σε σχέση με την ομάδα του placebo. Η χορήγηση κανακινουμάμπης δεν μείωσε τα επίπεδα λιπιδίων από την βασική τιμή. Σε ένα μέσο διάστημα παρακολούθησης 3.7 ετών, το ποσοστό επίπτωσης για το πρωτογενές καταληκτικό σημείο ήταν 4.50 περιστατικά ανά 100 ανθρωποέτη στην ομάδα του placebo, 4.11 περιστατικά ανά 100 ανθρωποέτη στην ομάδα των 50 mg, 3.86 περιστατικά ανά 100 ανθρωποέτη στην ομάδα των 150 mg και 3.90 περιστατικά ανά 100 ανθρωποέτη στην ομάδα των 300 mg. Τα διαστήματα κινδύνου σε σύγκριση με την ομάδα του placebo ήταν ως ακολούθως: στην ομάδα των 50 mg, 0.93 (95% διάστημα εμπιστοσύνης [CI], 0.80 με 1.07; P=0.30); στην ομάδα των 150 mg, 0.85 (95% CI, 0.74 με 0.98; P=0.021); και στην ομάδα των 300 mg, 0.86 (95% CI, 0.75 με 0.99; P=0.031). Η δοσολογία των 150 mg, και όχι οι υπόλοιπες δοσολογίες, πληρούσε το προκαθορισμένο-πολλαπλώς προσαρμοσμένο-όριο της στατιστικής σημαντικότητας για το πρωτογενές καταληκτικό σημείο και το δευτερογενές καταληκτικό σημείο που περιελάμβανε επιπρόσθετα την νοσηλεία για ασταθή στηθάγχη που κατέληγε σε επείγουσα επαναγγείωση (διάστημα κινδύνου σε σχέση με το placebo, 0.83; 95% CI, 0.73 με 0.95; P=0.005). Η κανακινουμάμπη συσχετίστηκε με μία μεγαλύτερη επίπτωση θανατηφόρων λοιμώξεων σε σχέση με το placebo. Δεν υπήρχε στατιστικά σημαντική διαφορά στα θανατηφόρα συμβάματα ανεξαρτήτως αιτιολογίας (διάστημα κινδύνου για όλες τις δοσολογίες κανακινουμάμπης σε σχέση με το placebo, 0.94; 95% CI, 0.83 με 1.06; P=0.31).
Η αντιφλεγμονώδης θεραπεία έναντι του ενδογενούς ανοσολογικού μονοπατιού που μεσολαβείται από την ιντερλευκίνη-1β με τη χορήγηση κανακινουμάμπης στην δοσολογία των 150mg κάθε 3 μήνες οδήγησε σε σημαντικά χαμηλότερη αναλογία επαναλαμβανόμενων καρδιαγγειακών συμβαμάτων σε σχέση με το placebo, ανεξαρτήτως της μείωσης των επιπέδων των λιπιδίων.
N Engl J Med. 2017 Sep 21;377(12):1119-1131.