Αρχή / NEWSLETTER / ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΑΦΡΥ ΠΟΤΟ ΑΥΞΑΝΕΙ ΤΟΝ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟ ΚΙΝΔΥΝΟ. Η ΒΛΑΒΗ ΑΥΞΑΝΕΤΑΙ ΜΕ ΥΨΗΛΟΤΕΡΕΣ ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ

ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΑΦΡΥ ΠΟΤΟ ΑΥΞΑΝΕΙ ΤΟΝ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟ ΚΙΝΔΥΝΟ. Η ΒΛΑΒΗ ΑΥΞΑΝΕΤΑΙ ΜΕ ΥΨΗΛΟΤΕΡΕΣ ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ

Ακόμη και η πολύ ελαφριά πρόσληψη αλκοόλ σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα σε σύγκριση με τη μη κατανάλωση αλκοόλ και ο κίνδυνος αυξάνεται εκθετικά καθώς αυξάνεται η πρόσληψη αλκοόλ, ακόμη και σε μέτρια επίπεδα, σύμφωνα με μια νέα μελέτη.

Τα ευρήματά υποδεικνύουν ότι το παρατηρούμενο όφελος σε άτομα με ελαφριά έως μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, το οποίο παρατηρειται σταθερά σε επιδημιολογικές μελέτες, είναι πιθανό να οφείλεται σε άλλους θετικούς παράγοντες του τρόπου ζωής που είναι συνήθως παρόντες σε αυτά τα άτομα που πίνουν ελαφρά», δήλωσε ο κύριος ερευνητής της μελέτης. Τα αποτελέσματα έδειξαν επίσης ότι ενώ όλα τα επίπεδα αλκοόλ συνδέονταν με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, η συσχέτιση δεν ήταν γραμμική. Αντίθετα, η κατανάλωση ελαφράς ποσότητας αλκοόλ συσχετίστηκε με μέτριες αυξήσεις κινδύνου, αλλά παρατηρήθηκαν εκθετικές αυξήσεις στον καρδιαγγειακό κίνδυνο με τις αυξανόμενες ποσότητες της κατανάλωσης αλκοόλ.

Καθώς η διαβάθμιση κινδύνου φαινόταν να αυξάνεται αρκετά απότομα ακόμη και μεταξύ 1 και 2 ποτών την ημέρα, ο ερευνητής  πρότεινε ότι αυτά που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως ασφαλή επίπεδα κατανάλωσης οινοπνεύματος μπορεί να τεθούν προς τα κάτω στο μέλλον.

Η μελέτη δημοσιεύτηκε διαδικτυακά στις 25 Μαρτίου στο JAMA Network Open.

Η συγχρονική μελέτη χρησιμοποίησε δεδομένα από τη Biobank του Ηνωμένου Βασιλείου, που συλλέχθηκαν μεταξύ 2006 και 2010 με παρακολούθηση έως το 2016, για να αξιολογήσει τη σχέση μεταξύ των διαφόρων επιπέδων κατανάλωσης αλκοόλ και του κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο.

Τα δεδομένα αναλύθηκαν από 371.463 συμμετέχοντες (μέση ηλικία, 57 έτη, 46% άνδρες) που κατανάλωναν κατά μέσο όρο 9,2 τυπικά ποτά την εβδομάδα. Από αυτούς τους συμμετέχοντες, το 33% είχε υπέρταση και το 7,5% είχε στεφανιαία νόσο.

«Η χρήση της βάσης δεδομένων βιοτραπεζών του Ηνωμένου Βασιλείου δίνει το πλεονέκτημα ενός μεγάλου πληθυσμού με καλά φαινοτυπικά στοιχεία με πολλές πληροφορίες για διάφορους παράγοντες του τρόπου ζωής που θα μπορούσαν να είναι πιθανοί συγχυτικοί παράγοντες», σημείωσε κύριος ερευνητης.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι εμφανίστηκαν καλά εδραιωμένες καμπύλες σε σχήμα J ή U για τη συσχέτιση μεταξύ της κατανάλωσης αλκοόλ όσο και των κινδύνων υπέρτασης, στεφανιαίας νόσου, εμφράγματος του μυοκαρδίου, εγκεφαλικού επεισοδίου, καρδιακής ανεπάρκειας και κολπικής μαρμαρυγής.

Ωστόσο, τα άτομα στην ομάδα ελαφριάς και μέτριας κατανάλωσης είχαν πιο υγιεινές συμπεριφορές ζωής από τους απέχοντες, αναφέροντας καλύτερα τη γενική υγεία τους και παρουσίαζαν χαμηλότερα ποσοστά καπνίσματος, χαμηλότερο δείκτη μάζας σώματος, υψηλότερη σωματική δραστηριότητα και υψηλότερη πρόσληψη λαχανικών.

Η προσαρμογή για αυτούς τους παράγοντες του τρόπου ζωής μείωσε τις καρδιοπροστατευτικές συσχετίσεις με τη μέτρια πρόσληψη αλκοόλ. Για παράδειγμα, στα βασικά μοντέλα, η μέτρια πρόσληψη συσχετίστηκε με σημαντικά χαμηλότερο κίνδυνο υπέρτασης και στεφανιαίας νόσου, αλλά η προσαρμογή μόνο για έξι παράγοντες του τρόπου ζωής κατέστησε αυτά τα αποτελέσματα ασήμαντα.

«Οι προσαρμογές για ακόμη μη μετρήσιμους ή άγνωστους παράγοντες μπορεί να μετριάσουν περαιτέρω, αν όχι να εξαλείψουν, τις υπολειμματικές, καρδιοπροστατευτικές συσχετίσεις που παρατηρούνται μεταξύ των ατόμων που πίνουν ελαφριά», προτείνουν οι ερευνητές.

Διεξήγαγαν επίσης γενετικές αναλύσεις για να εξετάσουν την επίδραση του αλκοόλ και των καρδιαγγειακών παθήσεων.

Προηγούμενη εργασία έχει δείξει καλά στοιχεία, σε άτομα που επιλέγουν να πίνουν με αρκετές σχετικές γενετικές παραλλαγές να προβλέπουν με ακρίβεια τα επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ. Η τυχαιοποιημένη Μεντελιανή γενετική προσέγγιση επιτρέπει ισχυρότερα συμπεράσματα σχετικά με την πιθανή αιτιότητα από ό,τι οι μελέτες παρατήρησης, καθώς επηρεάζονται λιγότερο από συγχυτικούς παράγοντες.

Οι νεότερες τεχνικές στη Μεντελιανή τυχαιοποίηση, στις οποίες δεδομένα για διάφορες παραλλαγές γονιδίων που συνδέονται με την κατανάλωση αλκοόλ συνδυάζονται σε μια βαθμολογία, επιτρέπουν μεγαλύτερη κατανόηση του κινδύνου που συνδέεται με τη διαφορετική ποσότητα κατανάλωσης αλκοόλ.

Σε αυτές τις αναλύσεις τυχαιοποίησης, μια αύξηση 1 τυπικής απόκλισης στη γενετικά προβλεπόμενη κατανάλωση αλκοόλ συσχετίστηκε με 1,3 φορές υψηλότερο κίνδυνο υπέρτασης (P < 0,001) και 1,4 φορές υψηλότερο κίνδυνο στεφανιαίας νόσου (P = 0,006).

Περαιτέρω αναλύσεις πρότειναν μη γραμμικές συσχετίσεις μεταξύ της κατανάλωσης αλκοόλ και της υπέρτασης και της στεφανιαίας νόσου: η ελαφριά πρόσληψη αλκοόλ συσχετίστηκε με ελάχιστες αυξήσεις στον καρδιαγγειακό κίνδυνο, ενώ η μεγαλύτερη κατανάλωση συσχετίστηκε με εκθετική αύξηση του κινδύνου τόσο κλινικής όσο και υποκλινικής καρδιαγγειακής νόσου.

Αυτά τα αποτελέσματα επαναλήφθηκαν σε μια δεύτερη βάση δεδομένων με 30.716 άτομα από τη Mass General Brigham Biobank.

«Τα ευρήματα αυτής της μελέτης υποδηλώνουν ότι οι παρατηρούμενες καρδιοπροστατευτικές επιδράσεις της ελαφριάς έως μέτριας πρόσληψης αλκοόλ μπορεί να διαμεσολαβούνται σε μεγάλο βαθμό από συγχυτικούς παράγοντες του τρόπο ζωής», καταλήγουν οι ερευνητές. «Οι γενετικές αναλύσεις υποδηλώνουν αιτιώδεις συσχετίσεις μεταξύ της κατανάλωσης αλκοόλ και των καρδιαγγειακών παθήσεων, αλλά με άνιση και εκθετική αύξηση του κινδύνου σε μεγαλύτερα επίπεδα λήψης αλκοόλ, κάτι που θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στις συστάσεις για την υγεία σχετικά με τη συνήθη κατανάλωση αλκοόλ».

Ποιο είναι ένα αποδεκτό επίπεδο;

Συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι η κατανάλωση έως και 7 ποτών την εβδομάδα σχετίζεται με σχετικά μέτριες αυξήσεις στον καρδιαγγειακό κίνδυνο.

Ωστόσο, επισημαίνεται ότι υπάρχουν άνισες αυξήσεις στον καρδιαγγειακό κίνδυνο κατά την πρόοδο από 0 σε 7 έναντι 7 έως 14 ποτών την εβδομάδα, τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες. Αν και τα όρια κινδύνου είναι εγγενώς κάπως υποκειμενικά, αυτά τα ευρήματα θέτουν και πάλι υπό αμφισβήτηση εάν η μέση κατανάλωση 2 ποτών την ημέρα (14 ποτά την εβδομάδα) πρέπει να χαρακτηριστεί ως συμπεριφορά χαμηλού κινδύνου.

Επιπλέον, καθώς παρατηρήθηκαν πολλαπλάσιες αυξήσεις στον κίνδυνο για όσους κατανάλωναν 21 ή περισσότερα ποτά την εβδομάδα, τα αποτελέσματα υπογραμμίζουν τη σημασία των επιθετικών προσπαθειών για τη μείωση της πρόσληψης αλκοόλ από όσους πίνουν πολύ. Τα δεδομένα υποδηλώνουν ότι η μείωση της πρόσληψης αλκοόλ θα μειώσει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο σε όλα τα άτομα, αλλά η έκταση της μείωσης του σχετικού κινδύνου είναι αρκετά διαφορετική ανάλογα με τα τρέχοντα επίπεδα κατανάλωσης. Για την ίδια απόλυτη μείωση στην πρόσληψη αλκοόλ, τα κέρδη με όρους μείωσης του καρδιαγγειακού κινδύνου θα είναι πιο έντονα σε όσους πίνουν πολύ και θα είναι πιο μετρια σε όσους πίνουν σε ελαφρύ επίπεδο.

Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν επίσης ότι ενώ όλα τα επίπεδα πρόσληψης αλκοόλ αυξάνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, υπάρχουν χαμηλά επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ που δεν ενέχουν σημαντικές αυξήσεις κινδύνου, αλλά είναι πιθανώς χαμηλότερα από αυτά που συνιστώνται επί του παρόντος.

Αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι πρέπει να εγκαταλείψουν εντελώς την κατανάλωση αλκοόλ, απλώς ότι δεν πρέπει να το καταναλώνουν με στόχο τη βελτίωση της καρδιαγγειακής υγείας. Στην πραγματικότητα, οι αναλύσεις δείχνουν ότι σε ένα κατά τα άλλα υγιές άτομο, έως και 1 ποτό την ημέρα μπορεί να μην εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους. Και, ακόμη και σε ένα λιγότερο υγιές άτομο που μπορεί να καπνίζει, να τρώει άσχημα και να πίνει έως και 1 ποτό την ημέρα, μπορεί να είναι μεγαλύτερη προτεραιότητα η εστίαση στη διακοπή του καπνίσματος και στη δίαιτα παρά στην περαιτέρω μείωση του αλκοόλ.

Πέρα από αυτό το ποσό, ωστόσο, η κριτική παραμένει. Τα μοντέλα προτείνουν αξιοσημείωτες αυξήσεις στον κίνδυνο, ακόμη και μεταξύ 1 και 2 ποτών την ημέρα, και φυσικά ακόμη μεγαλύτερος κίνδυνος αυξάνεται πέρα ​​από αυτό. Επομένως, ίσως αξίζει να θεωρηθεί ως συντηρητική κίνηση προς το παρόν να προταθεί ως όριο το ένα ποτό την ημέρα.

Top